Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση
Προληπτική ρυθμιστική παρέμβαση και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων | Εξυγίανση μη βιώσιμων πιστωτικών ιδρυμάτων | Συστήματα εγγύησης καταθέσεων | |
---|---|---|---|
Ευρωπαϊκοί «Ενιαίοι Μηχανισμοί» | Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός ('SSM') | Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης ('SRM') και Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης ('SRF') | Πρόταση Κανονισμού της Επιτροπής για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Ταμείου Ασφάλισης Καταθέσεων |
Εφαρμοστέο δίκαιο ('Single Rulebook') | Κανονισμός 575/2013 ('CRR') - Οδηγία 2013/36/ΕΕ ('CRD IV') | Οδηγία 2014/59/ΕΕ για την ανάκαμψη και εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων ('BRRD') | Οδηγία 2014/49/ΕΕ για τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων ('DGSD') |
Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης ('SRM') και Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης ('SRF')
Στις 30 Ιουλίου 2014, δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 (εφεξής Κανονισμός) σχετικά με τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης (εφεξής ΕΜΕ) και το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης. Με τον εν λόγω Κανονισμό θεσπίζονται ενιαίοι κανόνες και ενιαία διαδικασία για την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων με εγκατάσταση σε κράτη μέλη που έχουν νόμισμα το ευρώ. Οι κανόνες αυτοί και η προβλεπόμενη στον Κανονισμό διαδικασία εφαρμόζονται από το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης, που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 42 του Κανονισμού, από κοινού με το Συμβούλιο (ECOFIN) και την Επιτροπή, καθώς επίσης και τις εθνικές αρχές εξυγίανσης στο πλαίσιο του ΕΜΕ (άρθρο 1 Κανονισμού). Τα σημαντικότερα σημεία της νέας νομοθεσίας συνοψίζονται στα ακόλουθα θέματα:
(α) Πεδίο εφαρμογής
Στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού (άρθρο 2) εντάσσονται οι ακόλουθες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων:
- πιστωτικά ιδρύματα και μητρικές επιχειρήσεις με εγκατάσταση σε συμμετέχοντα κράτη μέλη,
- χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, εφόσον υπόκεινται σε ενοποιημένη εποπτεία που διενεργείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (εφεξής ΕΚΤ), σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο ζ) του Κανονισμού για τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (εφεξής ΕΕΜ), και
- εταιρίες επενδύσεων και χρηματοδοτικά ιδρύματα με εγκατάσταση σε συμμετέχοντα κράτη μέλη, εφόσον καλύπτονται από την ενοποιημένη εποπτεία της μητρικής επιχείρησης που διενεργείται από την ΕΚΤ, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 στοιχείο ζ) του Κανονισμού ΕΕΜ.
Ως συμμετέχοντα κράτη μέλη (άρθρο 4), ορίζονται τα κράτη μέλη με εθνικό νόμισμα το ευρώ, αλλά και όσα κράτη με ξένο νόμισμα έχουν καθιερώσει στενή συνεργασία σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κανονισμού ΕΕΜ.
(β) Λειτουργία του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης:
Ο ΕΜΕ αποτελείται από το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης, από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο (ECOFIN), καθώς και τις αρμόδιες εθνικές αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών. Σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την ευθύνη της αποτελεσματικής και συνεπούς λειτουργίας του ΕΜΕ και είναι αρμόδιο να καταρτίζει τα σχέδια εξυγίανσης και να εγκρίνει όλες τις σχετικές με την εξυγίανση αποφάσεις για:
- τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού και δεν είναι μέλη ομίλου,
- τους ομίλους που θεωρούνται σημαντικοί κατά την έννοια του άρθρου 6 παρ. 4 του Κανονισμού 1024/2013 ή για τους οποίους η ΕΚΤ έχει αποφασίσει σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 5 στ. β) του ίδιου Κανονισμού να ασκεί άμεσα όλες τις σχετικές εξουσίες, και
- άλλους διασυνοριακούς ομίλους.
Στο άρθρο 7 ορίζονται επίσης οι αρμοδιότητες των εθνικών αρχών εξυγίανσης.
(γ) Εκκίνηση της διαδικασίας εξυγίανσης
Σύμφωνα με το άρθρο 18 του Κανονισμού, ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα θα τίθεται σε διαδικασία εξυγίανσης μετά από σχετική απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης, εφόσον κρίνεται ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
- το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα είναι μη βιώσιμο,
- εν υπάρχουν εναλλακτικά μέτρα τα οποία δύνανται να αποτρέψουν την θέση σε αφερεγγυότητα (failure) του ιδρύματος εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, και
- η ανάληψη δράσεων εξυγίανσης είναι απαραίτητη για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Η κρίση περί της μη βιωσιμότητας του ιδρύματος θα βαρύνει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ως αρμόδια εποπτική αρχή. Προβλέπεται όμως και η δυνατότητα διενέργειας της σχετικής αξιολόγησης από το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης υπό προϋποθέσεις.
(δ) Το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης
Προβλέπεται η ίδρυση και η στελέχωση του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης, το οποίο διαθέτει νομική προσωπικότητα και αποτελεί φορέα (agency) της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ειδική δομή (άρθρο 42). Το Ενιαίο Συμβούλιο ξεκίνησε να λειτουργεί από την 1η Ιανουαρίου 2015 και έχει την έδρα του στις Βρυξέλλες.
Αρμοδιότητες
Στις βασικές αρμοδιότητές του εντάσσονται κυρίως:
- η κατάρτιση των σχεδίων εξυγίανσης (άρθρα 7-9), η αξιολόγηση της δυνατότητας θέσεως ενός ιδρύματος σε εξυγίανση (resolvability assessment),
- η προετοιμασία της εξυγίανσης στο πλαίσιο της «έγκαιρης παρέμβασης», η οποία ασκείται από την ΕΚΤ ή τις εθνικές αρμόδιες αρχές, κατά περίπτωση (άρθρο 13),
- ο προσδιορισμός του ύψους της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) για κάθε ίδρυμα (άρθρο 12),
- η επιλογή των εργαλείων εξυγίανσης (resolution tools), ο εν γένει σχεδιασμός της διαδικασίας εξυγίανσης και ο προσδιορισμός της συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Εξυγίανσης σε αυτήν (άρθρα 14- 28), και
- η παρακολούθηση της εφαρμογής του καθεστώτος εξυγίανσης από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης (άρθρα 28 και 29).
Για τους σκοπούς της άσκησης των καθηκόντων του, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να απαιτεί την παροχή πληροφοριών (άρθρο 34), να διενεργεί έρευνες και επιτόπιες επιθεωρήσεις (άρθρα 35 και 36) και να επιβάλλει κυρώσεις σε πιστωτικά ιδρύματα (μέσω των αρμοδίων εθνικών αρχών) σε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 38 και 39 του Κανονισμού.
Στελέχωση
Το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης απαρτίζεται από τον πρόεδρό του και τέσσερα ακόμη μέλη πλήρους απασχόλησης (άρθρο 43 σε συνδ. με άρθρο 56). Η θητεία των μονίμων μελών του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης είναι πενταετής και μη ανανεώσιμη. Κατ εξαίρεση, σύμφωνα με το άρθρο 56 παρ. 7, η θητεία του πρώτου προέδρου προβλέπεται ως τριετής με δυνατότητα ανανέωσης μια φορά για πέντε επιπλέον έτη.
Τα μέλη του αναμένεται να αναλάβουν καθήκοντα τον Μάρτιο του 2015 και είναι τα ακόλουθα:
- η Elke Konig (πρόεδρος),
- ο Timo Loyttyniemi (αντιπρόεδρος),
- ο Mauro Grande (μέλος, Strategy and Coordination Director), και
- οι Antonio Carrascosa , Joanne Kellermann, Dominique Laboureix (Directors of Resolution Planning and Decisions).
Το Συμβούλιο συνέρχεται σε δύο συνόδους:
- την εκτελεστική σύνοδο (άρθρο 53), στην οποία μετέχουν ως άνω μόνιμα μέλη, και οι αρχές εξυγίανσης των κρατών μελών στα οποία δραστηριοποιείται το εκάστοτε ίδρυμα, και
- τη σύνοδο ολομέλειας (άρθρα 49-52) στην οποία μετέχουν, πέρα των μονίμων μελών, και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης του συνόλου των συμμετεχόντων κρατών μελών.
(ε) Σύσταση του Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης
Το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (Single Resolution Fund) προβλέπεται να συγκεντρώσει πόρους οι οποία θα ανέρχονται τουλάχιστον στο 1% του ποσού των εγγυημένων καταθέσεων όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Το επίπεδο-στόχος του Ταμείου, σύμφωνα με το άρθρο 69 του Κανονισμού, θα συγκεντρωθεί εντός μίας οκταετίας από την 1η Ιανουαρίου 2016. Οι ειδικότερες λεπτομέρειες σχετικά με τη μεταβίβαση των προβλεπόμενων κεφαλαίων στο Ταμείο, καθώς και την αμοιβαία συγχώνευση και χρήση τους κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου ρυθμίζονται μέσω της διακυβερνητικής σύμβασης Νο 8457/14 (άρθρο 1 παρ. 3 Κανονισμού).
(στ) Θέση σε ισχύ των διατάξεων του Κανονισμού
Σύμφωνα με το άρθρο 99 παρ. 2, ο Κανονισμός θα αρχίσει να εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2016. Εξαίρεση αποτελούν τα ακόλουθα:
- οι διατάξεις που σχετίζονται με τις εξουσίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης να συγκεντρώνει πληροφορίες και να συνεργάζεται με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης για την κατάρτιση του σχεδιασμού εξυγίανσης (άρθρα 8 και 9) εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2015, και
- τα άρθρα του Κανονισμού σχετικά με τη συνεργασία των αρχών εξυγίανσης στο πλαίσιο του ΕΜΕ και την ανταλλαγή πληροφοριών, αλλά και όσα αφορούν τη σύσταση και τη στελέχωση του Συμβουλίου Εξυγίανσης εφαρμόζονται από τις 19 Αυγούστου 2014.